- αφίδα
- Έντομο κοινώς γνωστό ως ψείρα των φυτών ή σιταρόψειρα. Παρά πολλά είδη, που παίρνουν το όνομά τους από φυτά επάνω στα οποία αναπτύσσονται, ανήκουν στην οικογένεια των αφιδιδών η οποία υποδιαιρείται σε δύο υποοικογένειες: των αφιδινών και των χερμεσινών· στην τελευταία υπάγεται και η φυλλοξήρα. Ο βιολογικός κύκλος των α. παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον: την άνοιξη γεννιούνται από αβγά που έχουν αποτεθεί το φθινόπωρο μόνο θηλυκά χωρίς πτέρυγες, τα οποία στη συνέχεια αναπαράγονται με παρθενογένεση, δηλαδή χωρίς σύζευξη. Η παρθενογένεση με ζωοτοκία στις αφιδίνες και με ωοτοκία στις χερμεσίνες γίνεται αιτία να γεννηθούν άλλα θηλυκά, πτερωτά ή όχι, ανάλογα με τις ποικιλίες τους. Η ίδια πορεία αναπαραγωγής επαναλαμβάνεται πολλές φορές κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού έως το φθινόπωρο, οπότε ζευγαρώνουν τα αρσενικά με τα θηλυκά· μόνο τότε γίνονται η γονιμοποίηση και η απόθεση των αβγών. Οι α. είναι εφοδιασμένες με ένα έμβολο ή προβοσκίδα με την οποία απομυζούν τη λέμφο από τα φύλλα και τα βλαστάρια, προκαλώντας σημαντικές ζημιές στα φυτά. Φέρουν επίσης κοιλιακά κεράτια από τα οποία εκκρίνεται μια ουσία όμοια με το κερί, που την αφήνουν πάνω στα νεαρά κλαδιά εμποδίζοντας έτσι την αναπνοή τους. Οι α. είναι βλαβερές και έμμεσα γιατί με τα ζαχαρούχα απεκκρίματά τους προσελκύουν τα μυρμήγκια, που τους αρέσουν πολύ και τρέφονται από αυτά. Τα μυρμήγκια, αντίθετα, υποβοηθούν στην εξασφάλιση της διατροφής και της αναπαραγωγής των α. και συχνά, με μαλάξεις, κάνουν να βγει από το σώμα των α. ένα ζαχαρώδες έκκριμα. Γι’ αυτό οι α. λέγονται και αγελάδες των μυρμηγκιών.
Dictionary of Greek. 2013.